- συναναστρεφόμενος
- συναναστρέφωturn back togetherpres part mp masc nom sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Μπόσγουελ, Τζέιμς — (James Boswell, Εδιμβούργο 1740 – Λονδίνο 1795). Σκοτσέζος βιογράφος και συγγραφέας. Γιος δικαστή, σπούδασε νομικά στο Εδιμβούργο και στη Γλασκόβη, αλλά το όνειρό του ήταν να σταδιοδρομήσει στο Λονδίνο, να μπει στο Κοινοβούλιο, να ζει στο κέντρο… … Dictionary of Greek
Φιλόστρατος — Όνομα 3 σοφιστών από τη Λήμνο. 1. (2oς αι. μ.Χ.). Έγραψε 43 τραγωδίες και 14 κωμωδίες. Πολλοί υποστηρίζουν ότι ο διάλογος Νέρων του Λουκιανού είναι δικός του. 2. Αναφέρεται ως Φ. ο Λήμνιος. Έζησε στα χρόνια του Καρακάλλα (211 – 217). Έγραψε:… … Dictionary of Greek